Running-Magazine-Logo

Πατήρ Θεόδωρος : «Δεν μπορώ να τρέχω χωρίς τα ράσα!»

Τρέξε και Βγες πρώτος στην Κατασκευή Ιστοσελίδων και στο Digital Marketing με την iArk Digital Agency!

Share on facebook
Facebook
Share on twitter
Twitter
Share on linkedin
LinkedIn

Γράψου στο Newsletter για να μη χάνεις κανένα άρθρο από το Running Magazine

Ο καταπληκτικός πατήρ Θεόδωρος που έτρεξε με τα ράσα 430 χιλιόμετρα μέσα σε 90 ώρες στο No Finish Line, μιλά για τον Θεό, για τo τρέξιμο, αλλά και για την αντιμετώπιση που έχει από τον κόσμο!

ον Πατέρα Θεόδωρο θα μπορούσες, ίσως και περιπαιχτικά, να τον χαρακτηρίσεις… Παπατρέχα, αλλά όταν τον γνωρίζεις αντιλαμβάνεσαι πόσο ήρεμος και πράος άνθρωπος είναι. Ακόμα και στο No Finish Line, καταπίνοντας το ένα χιλιόμετρο μετά το άλλο μέχρι να φτάσει στα 430, συνεχώς χαμογελούσε και συνέχιζε να τρέχει με τον εκπληκτικό ρυθμό του.

Ο ίδιος το αποδίδει στη βοήθεια του Θεού, ενώ μιλώντας στο Gazzetta Weekend Journal περιγράφει με απλότητα όλο το «ταξίδι» του στους Υπερμαραθώνιους, τη συμμετοχή του στο Σπάρταθλο, τους αγώνες που διέκοπτε για να επιστρέψει στην εκκλησία και να λειτουργήσει, αλλά και τις προπονήσεις του, που τις κάνει στα άγρια χαράματα.

 

«Ηταν η βοήθεια του Θεού»

Το Gazzetta Weekend Journal βρήκε τον Πατέρα Θεόδωρο στις Αμπελειές Γιαννιτσών όπου μένει και λειτουργεί,  σε στάδιο… αποθεραπείας. «Κάνω αποθεραπεία επειδή ήταν πολλά τα χιλιόμετρα. Πέρα από τους μυϊκούς πόνους έχω και κάλους στις πατούσες και δεν είναι εύκολο», λέει ο ίδιος αλλά δεν κρύβει τη χαρά του για την υποδοχή στο χωριό. «Όταν έφτασα ήταν βράδυ και δεν με είδαν, αλλά την επομένη ήταν πολλά τα σχόλια τα θετικά. Χάρηκε ο κόσμος και μου το έλεγαν συνέχεια».

Ο ίδιος το αποδίδει το εκπληκτικό κατόρθωμα του, στην πίστη στο Θεό. «Ηταν η βοήθεια του Θεού που με οδήγησε να κάνω τόσα χιλιόμετρα. Το έβλεπα σε όλο τον αγώνα και ιδιαίτερα το τελευταίο βράδυ που με βοηθούσε συνεχώς.»

Το τρέξιμο το ξεκίνησε, πριν από επτά χρόνια, το καλοκαίρι του 2011, λόγω ενός… αχρησιμοποίητου… διαδρόμου! «Από μικρός έπαιζα ποδόσφαιρο, αλλά με το τρέξιμο ασχολήθηκα από το 2011, το καλοκαίρι για την ακρίβεια. Είχα πάρει έναν διάδρομο για την πρεσβυτέρα μου αλλά αυτή τον παράτησε. Ηταν καλός διάδρομος και τον έβλεπα να παλιώνει και πήρα την απόφαση να αρχίσω. Με τον καιρό άρχισα να κοιτάω τα χιλιόμετρα που έκανα, τους παλμούς κι όλα αυτά και με ενδιέφερε ολοένα και περισσότερο. Μετά ήρθε ένας φίλος μου που έτρεχε μαραθώνιο και μου έλεγε τα κατορθώματα του. Του είπα ότι κι εγώ τα κάνω στο διάδρομο και με ρώτησε να έρθει να το δει. Όταν ήρθε και το είδε, απόρησε και μου πρότεινε να πάω στον αγώνα Θυσίας Γιαννιτσών. Ηταν 16 χιλιόμετρα ο αγώνας κι αφού τον έβγαλα, μου πρότειναν κάποιοι άλλοι να πάω σε άλλους αγώνες και έτσι το συνέχισα…»

Πιστεύει ότι ο κόσμος δεν τον βλέπει με… κακό μάτι, παρότι δεν είναι συνηθισμένο θέαμα ένας ρασοφόρος να γράφει χιλιόμετρα. «Κάποιοι παλιότερα είχαν απορία γιατί τρέχω.  Είχαν απορία η οποία δεν ξέρω πως μεταφραζόταν μέσα στη ψυχή τους, σαν καλή, σαν κακή. Εγώ την εκλαμβάνω ως καλή, γιατί κανείς δεν ήρθε ποτέ να με ρωτήσει τι κάνω με αρνητικό τρόπο. Οπότε εγώ το έβλεπα ότι ο κόσμος δεν με αντιμετωπίζει αρνητικά, άρα κι εγώ μπορώ να συνεχίζω.»

Ο πρώτος του Μαραθώνιος ήταν ο «Μέγας Αλέξανδρος», από την Πέλλα στη Θεσσαλονίκη, το 1912. Από τότε, ο ένας αγώνας διαδέχεται τον άλλο. «Πάλι με παρότρυνση φίλων τον έκανα σε κάτω από 4 ώρες και πάντα τρέχοντας με τα ράσα. Πήρα το θάρρος λοιπόν και συνέχισα, στον επόμενο Μαραθώνιο της Θεσσαλονίκης τον έκανα 3.36 και το 2015 κατέβηκα στην Αθήνα για τον Αυθεντικό, όπου τελείωσα σε 3 ώρες 32 λεπτά. Πριν, όμως, πάω εκεί μου είπαν για έναν Υπερμαραθώνιο στην Κέρκυρα και με την ευκαιρία που θα πήγαινα εγώ για προσκύνημα στον Άγιο Σπυρίδωνα, το συνδύασα και τα έβγαλα τα 62 χιλιόμετρα σε  7 ώρες και κάτι. Αρχές Μαϊου εκείνης της χρονιάς, πάλι με πρόταση φίλων, πήρα μέρος στον αγώνα Πλαταιές – Δελφοί, τον Ευχίδειο Αθλο που έχει μήκος 107,5 χιλιόμετρα. Με τη βοήθεια ενός φίλου του Αλέξανδρου Αφεντουλίδη τα κατάφερα, γιατί είχα στομαχικές διαταραχές και με βοήθησε να μην τα παρατήσω. Ο αγώνας είχε εκκίνηση στις 12 το βράδυ και η λήξη του ήταν στις 3 το μεσημέρι, εγώ έφτασα στις 2 και μισή, δηλαδή είχα και μισή ώρα ακόμα…»

 

 

«Ετρεξα 180 χιλιόμετρα και γύρισα να λειτουργήσω»

Μετά από τόσα χιλιόμετρα, ο Πατέρας Αθανάσιος πήρε την απόφαση να πάρει μέρος στο Σπάρταθλο. Για να φτάσει εκεί, όμως, έπρεπε να πιάσει το όριο και το έκανε σε αγώνα στη Θεσσαλονίκη, όπου πήγε κι έτρεξε, γύρισε πίσω στο χωριό για να λειτουργήσει και μετά επέστρεψε και πάλι στον αγώνα. «Πρώτα πήρα μέρος στο Τρέξε Χωρίς Τερματισμό της Θεσσαλονίκης το 2015. Μάλιστα ξεκίνησα από τη 2η μέρα, επειδή η πρώτη ήταν Κωνσταντίνου και Ελένης και έπρεπε να λειτουργήσω. Εκεί βγήκα δεύτερος πίσω από το Νότη Κοκωνιά κάνοντας 214 χιλιόμετρα. Εκεί πίστεψαν σε μένα και μου είπαν ότι ‘εσύ πρέπει να πας στο Σπάρταθλο’. Τους ρώτησα πως γίνεται αυτό και μου είπαν ότι πρέπει να κάνω 180 χιλιόμετρα σε μία μέρα. Ετσι την επόμενη χρονιά, πάλι στο Τρέξε Χωρίς Τερματισμό της Θεσσαλονίκης, πήγα από την αρχή και έπιασα 180 χιλιόμετρα μέσα σε ένα 24ωρο. Αφού το πέτυχα με πήρε ένας φίλος και γύρισα στις Αμπελιές για να λειτουργήσω επειδή ήταν Κωνσταντίνου και Ελένης. Λειτούργησα κανονικά στην εκκλησία, ήπια και καφέ, αλλά είδα ότι κάποιοι στο μεταξύ με είχαν περάσει στον αγώνα που συνεχιζόταν. Τότε είπα, δεν πας να κάνεις μερικά χιλιόμετρα κι έφυγα. Φτάσαμε στη μία το μεσημέρι κι ως τις 8 έκανα άλλα 53 χιλιόμετρα, συμπληρώνοντας 234 χιλιόμετρα και βγήκα και πάλι δεύτερος, πίσω από τον Κοκωνιά. Παρότι λοιπόν έφυγα από τον αγώνα για 19 ώρες, επέστρεψα και ήμουν μέσα στους πρώτους!»

Για τον Πατέρα Θεόδωρο, η εμπειρία του Σπάρταθλου ήταν ιδιαίτερα δυνατή. «Το 2016 είχαν κλείσει οι θέσεις για το Σπάρταθλο, με αποτέλεσμα να κάνω την αίτηση για το 2017. Με τη βοήθεια του συγχωρεμένου Δημήτρη Κρυστάλλη που πρόσφατα έφυγε τόσο πρόωρα από τη ζωή, που μου έκανε όλα τα χαρτιά, περίμενα την κλήρωση και με χαρά έμαθα ότι ήμουν μέσα. Ξεκίνησα έτσι μία προετοιμασία που μου έδωσε ο Σπύρος Αγάθος φτάνοντας μέσο όρο τα 150 χιλιόμετρα την εβδομάδα. Μία εβδομάδα έφτασα και τα 183-4 χιλιόμετρα. Ετσι πήγα στο Σπάρταθλο και τα κατάφερα με τη βοήθεια του Θεού, καθώς είχα και ιδανικές καιρικές συνθήκες για μένα χωρίς ήλιο, τερματίζοντας μετά από 35 ώρες και 20 λεπτά.»

 

«Δεν μπορώ να τρέχω χωρίς τα ράσα!»

Κι όλα πάντα τρέχοντας με τα ράσα! «Δεν μπορώ να φανταστώ τον εαυτό μου χωρίς ράσο. Κάποια εποχή είχα πάει στη Γερμανία και μου πρότειναν να γίνω εκεί ιερέας, αλλά δεν μου πήγαινε να μην φορώ ράσο. Ετσι ήρθα στην Ελλάδα για να έχω ράσο και όπως καταλαβαίνετε δεν πρόκειται να το βγάλω από μόνος μου. Ποτέ. Είναι δική μου επιλογή, ούτε καν έχω ρωτήσει εάν γίνεται ή δεν γίνεται. Δεν με κουράζει, ούτε καν το σκέφτομαι. Πιστεύω στο Θεό και η δύναμη που μου δίνει ο Θεός φορώντας το ράσο, είναι πολλαπλάσια από το αν έβγαζα το ράσο. Αυτό πιστεύω εγώ, παρότι κάποιος μπορεί να έχει διαφορετική γνώμη. Αυτή είναι η πίστη η δική μου.»

Η εμπειρία της συμμετοχής και της πρώτης θέσης στο No Finish Line, είναι κάτι που δεν θα ξεχάσει ποτέ. Κι αυτό λόγω της αγάπης του κόσμου. «Μετά από ένα σημείο είχα τα βοήθεια όχι μόνο του Θεού, αλλά και του κόσμου. Οι πάντες ήταν υπέρ μου. Υπήρχε άτομο που μάλιστα δεν γνώριζα και μου άνοιγε χώρο, επειδή είχε πολύ κόσμο στη διαδρομή. Αν δεν άνοιγε το χώρο να μην χάσω το ρυθμό μου, δεν θα είχα κάνει τα ίδια χιλιόμετρα. Ηρθε μία άλλη κυρία και μου ζήτησε να πάρει τα ράσα να τα πλύνει. Όλα αυτά δείχνουν την αγάπη του κόσμου, κάτι που με βοηθούσε ψυχολογικά και έτσι βγήκα πρώτος. Ειλικρινά σας μιλάω, εγώ δεν αισθάνομαι ότι πέτυχα κάτι. Είναι μία συνολική εικόνα του κόσμου που βοήθησε. Αν δεν το είχα αυτό, δεν θα τα είχα καταφέρει.»

Για τον Πατέρα Θεόδωρο, η εκκλησία πρέπει να είναι κοντά στο λαό, με κάθε τρόπο. Και μας εξηγεί ένα περιστατικό που βίωσε στο No Finish Line. «Ο κόσμος θέλει την εκκλησία κοντά του. Δεν θέλει μία απομακρυσμένη εκκλησία με τον ιερέα μόνο στο ναό όταν προσεύχεται. Αυτό το είδα στα πρόσωπα των ανθρώπων. Στην αρχή ο κόσμος μου μιλούσε στον πληθυντικό, αλλά από ένα σημείο μετά με έβλεπαν σαν φίλο κάτι που ήθελα κι εγώ και τους το ζητούσα. Ο σεβασμός, σεβασμός, αλλά και η φιλία, φιλία. Και το πιο σημαντικό για μένα, από όσα έζησα ήταν μία κυρία που με έβλεπε επί τέσσερις ημέρες παράξενα. Την Πέμπτη μέρα μου λέει ‘πάτερ εγώ δεν πίστευα στο Θεό, σήμερα πίστεψα’.  Εκείνη τη στιγμή τα πόδια μου άρχισαν και πάλι να τρέχουν ως τον τερματισμό. Ηταν η χαρά της ψυχής μου. Ξαφνικά έφυγε και ο πόνος, έφυγαν όλα. Ηταν ένα βίωμα που δεν έχω ξαναζήσει, κάτι που αν μου το έλεγε άλλος, δεν θα το καταλάβαινα…».

Πηγή

Αφήστε μας τα σχόλια σας

Διαβάστε επίσης

Η πρόταση του μήνα

Τρέξε πρώτος με την iArk Digital Agency : Premium Κατασκευή Ιστοσελίδων & Digital Marketing

Διάβασε επίσης

X